Είναι μέρες τώρα που βλέπω το κράξιμο που πέφτει στα σόσιαλ για την εκπομπή της «Ζήνας», που λειτούργησε ως καλό πλυντήριο για το γνωστό ποινικολόγο που γονάτισε τη γυναίκα του στο ξύλο. (Θα συνεχίσω σε αυτό το ύφος γιατί δεν υπάρχει λόγος ωραιοποίησης των λέξεων σε αυτή την περίσταση). Αποφεύγω εσκεμμένα να δω το βίντεο με το απόσπασμα τις εκπομπής που γίνεται λόγος για το ζήτημα, γιατί ξέρω ότι θα ακούσω χοντράδες (ορίστε, το ωραιοποίησα), και είμαι ήδη αρκετά έξαλλη με αυτό που συνέβη σε αυτή τη γυναίκα, για να ακούσω το οτιδήποτε μπορεί (αν μπορεί, που ΔΕ μπορεί) να αιτιολογεί αυτό που έπαθε. Νομίζοντας ότι το έχω αποφύγει όσο είναι σε έξαρση το θέμα, αποφασίζω ένα βράδυ την ώρα που ετοιμάζομαι να φάω το μπέργκερ μου και να στείλω στο διάολο όλο το στρες της ημέρας που προηγήθηκε, να δω το σχετικό βίντεο του Luben, με την ελπίδα ότι με τον ευφυή σαρκαστικό σχολιασμό τους θα μου είναι πιο «εύπεπτο» αυτό που εικάζω ότι πρόκειται να ακούσω.
Το αξιοθαύμαστο όμως με τον πάτο κάποιων ελληνικών μίντια, είναι ότι δε μπορείς ποτέ να προβλέψεις το βάθος τους.
Ξεκινάει το βίντεο και καταλαβαίνω στα πρώτα 10 δευτερόλεπτα ότι δεν πρόκειται να φάω, γιατί ο χρόνος που θα μου πάρει το να μαζεύω τον εμετό που μου προκαλεί αυτός ο «νομικός», όπως αυτοαποκαλείται, θα είναι πολύ περισσότερος από αυτόν που σκόπευα να αφιερώσω στις ηλίθιες απόψεις του. Δεν θα ασχοληθώ όμως περισσότερο με αυτόν, γιατί ένα μεγαλύτερο πρόβλημα από άλλον έναν υποστηρικτή της βίας, είναι το περιβάλλον που του εξασφαλίζει το χώρο για να δρα, και μάλιστα τον ενθαρρύνει.
Άντρες σκοτώνουν τις γυναίκες τους με τα χέρια τους ακριβώς δίπλα μας, και η τηλεόραση βγάζει τους δικηγόρους τους να μας πουν να μην κάνουμε έτσι. Στην καλύτερη θα ακούσουμε ότι ήταν η κακιά η ώρα, στη χειρότερη ότι κάτι θα έκαναν και αυτές και θα το προκάλεσαν. Το θάνατό τους. Ή τον παρολίγον θάνατό τους. Αν έχουν ξεμείνει δε ζωντανές (βιολογικά τουλάχιστον), σίγουρα θα χρειαστεί να παρουσιαστεί ένας εκπρόσωπος της «πολιτικής ορθότητας» για να μας ξεδιαλύνει τη σύγχυσή μας ανάμεσα στο έγκλημα, και το παρολίγον έγκλημα ή το ατυχηματάκι, ή το συζυγικό καυγαδάκι, ή την παρεξηγήσουλα, ή τα αγαπησιάρικα χάδια που τέλος πάντων σημάδεψαν. Κάποιος «υπηρέτης της Δημοκρατίας» θα φυτευτεί σε ώρα υψηλής θέασης σε κάποιο πάνελ, για να μας υπενθυμίσει πως ακόμα και ο πιο αμετανόητος κακοποιητής αξίζει να του αναγνωριστεί το δικαίωμα «λάθους εκτίμησης» της βαρύτητας των πράξεων του. Που να φανταστεί τώρα και ο άλλος, ότι η αυτή που έχει παραμορφωθεί από το ξύλο το εννοεί ότι πεθαίνει;
Εκπομπές σαν αυτές της κάθε Ζήνας, υπάρχουν για να μολύνουν εξορθολογίζουν τη σκέψη μας, και να μας υπενθυμίζουν ότι πίσω από κάθε αιμοβόρο κτήνος βρίσκεται ένας τρωτός, ως άνθρωπος άλλωστε, άντρας που δεν είχε αυτή την πρόθεση.
Την πρόθεση να καταστρέψει την καριέρα του.
Η στάση της τηλεόρασης πλέον απέναντι στις γυναίκες χωρίζεται σε δυο κατηγορίες:
Σε εκείνη που με μια υποκριτική συμπόνια, εκθέτει ένα ανεξάντλητο υλικό με τις συμφορές και τους κινδύνους που μαστίζουν το γυναικείο πληθυσμό, φροντίζοντας επιμελώς να μας κάνουν κατανοητό ότι όλες εκείνες οι γυναίκες συνάντησαν αδιαφορία στην προσπάθεια τους να ζητήσουν βοήθεια, και τελικά δε δικαιώθηκαν. Και σε εκείνη που συνεχίζει την κακοποίηση των επιβιωσάντων, φιλοξενώντας κάθε καλοπροαίρετο για να τις αμφισβητήσει, έως και να τις συκοφαντήσει, προκειμένου να τους σπάσει το ηθικό και να τις αποσιωπήσει.
Άρα;
Ενημέρωση ή εκφοβισμός;
Δημοκρατία ή συγκάλυψη;
Βάλτε τα κάτω.
Υ.Γ. Πριν από λίγους μήνες έπαιζε νον στοπ το θέατρο του παραλόγου στα πάνελ, για ένα «σάκο» και ένα ρεμπέτικο τραγούδι που υπουργοί και δημοσιογράφοι ερμήνευσαν ως προτροπή σε βία. Μέρες τώρα, κυκλοφορεί η τοποθέτηση κάποιου που με νόμιμη άδεια βγαίνει και λέει πως είναι στο αίμα των Βαλκάνιων να δέρνουν τις γυναίκες τους, και οι τότε εξαγριωμένοι πετάνε χαρταετό.