Γράφει ο Γιώργος Θεοφίλης
Η Χαλκίδα υπήρξε μια πόλη στην οποία έχουν αφήσει το αποτύπωμά τους η Φραγκοκρατία, η Ενετοκρατία κι η Τουρκοκρατία με πολλά διάσπαρτα μνημεία που το μαρτυρούν. Στην περιοχή εκτός των ορίων των παλαιών τειχών της πόλης της Χαλκίδας που ονομάζεται «Προάστιο» ή «Βούργο» ή «Ξέχωρο», δεσπόζει σήμερα ο μεγαλοπρεπής ναός του Αγίου Νικολάου.

Φωτογραφία: Takis Labrou
Το 1880 ξεκίνησε η μερική κατεδάφιση του πρόναου του τεμένους Ουρσύ, που από τα πρώτα μετεπαναστατικά χρόνια λειτουργούσε ως μετασκευασμένος χριστιανικός ναός του Αγίου Νικολάου. Ο ναός είχε χαρακτηριστεί ετοιμόρροπος καθώς ο τρούλος του ήταν επικίνδυνος να πέσει στα κεφάλια των εκκλησιαζόμενων, κάτι που είχε συμβεί πρόσφατα στην Αθήνα με τον τρούλο της Ζωοδόχου Πηγής και είχε ως αποτέλεσμα το θάνατο 12 πιστών. Ο αρχιερέας του Αγίου Νικολάου μαζί με το δήμαρχο Ηρακλή Γαζέπη, ως πρόεδρος και του εκκλησιαστικού συμβουλίου, έκλεισαν το ναό στις 29 Ιανουαρίου 1883, έχοντας πριν πάρει την απόφαση να χτίσουν στην ίδια θέση νέο ορθόδοξο, καθώς ξένιζε τους Χαλκιδέους, να εκκλησιάζονται στο κέντρο της Χαλκίδας μέσα σ’ ένα τζαμί.
Ο ορθόδοξος ναός άρχισε να κτίζεται το 1890 στη θέση του οθωμανικού τζαμιού Ουρσύ Τζαμί, το οποίο μάλλον με τη σειρά του είχε αντικαταστήσει παλαιότερο χριστιανικό ναό. Η πληροφορία ότι αρχιτέκτονας του ναού ήταν ο Τσίλλερ ελέγχεται για την ακρίβειά της, πάντως την επίβλεψη των εργασιών και την εργολαβία της κατασκευής θα πρέπει να ανέλαβαν ο Ποθητός Καμάρας και ο Χατζής Δημητρίου αντίστοιχα. Ο ναός εγκαινιάστηκε στις 2 Φεβρουαρίου του 1895, αλλά συμπληρωματικές εργασίες συνεχίστηκαν για πολλά ακόμα χρόνια. Αρχιτεκτονικά εντάσσεται στους ναούς της ακμής του ελληνοβυζαντινισμού με πρότυπο το λεγόμενο «σύνθετο τύπο», που χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στη Χρυσοσπηλιώτισσα. Πρόκειται στην ουσία για συνδυασμό σύνθετου τετρακιόνιου τρουλαίου ναού και τρίκλιτης βασιλικής. Εξωτερικά ο ναός μοιάζει με τη Μητρόπολη της Αθήνας, εσωτερικά όμως παραπέμπει στη Χρυσοσπηλιώτισσα. Την ίδια μνημειακή αίσθηση του κεντρικού χώρου, αλλά και την έλλειψη επαρκούς φωτισμού αποκομίζει ο επισκέπτης από το εσωτερικό του. Από τα στοιχεία που διαθέτουμε ο ναός τοιχογραφήθηκε δυτικότροπα στην αρχή του μεσοπολέμου από δύο σπουδαίους αγιογράφους της εποχής, το Θεόδωρο Λαζαρή (τρούλο) και το Νικόλαο Αργυρόπουλο (κόγχη και πλάγιους τοίχους).
Από τα σημαντικότερα τεμένη στο χώρο έξω από τα τείχη ήταν αυτό που βρισκόταν στη θέση του σημερινού ναού του Αγίου Νικολάου, όπως αναφέραμε, κοντά στην προκυμαία. Για την ονομασία του τεμένους υπάρχουν δύο απόψεις: η πρώτη υποστηρίζει ότι πρόκειται για το Μπαϊρακλί τζαμί, νεώτεροι όμως ερευνητές προτείνουν την ονομασία Ουρσύ τζαμί και τοποθετούν την ανέγερσή του γύρω στο 1794. Λέγεται πως το έχτισε ο γνωστός Αλή Πασάς της Ηπείρου, ο οποίος εξουσίαζε και τη βόρεια Εύβοια. Έχοντας στις βλέψεις του και το κάστρο της Χαλκίδας, έκανε δωρεά το τζαμί αυτό, για να καλοπιάσει τους κατοίκους. Ένα αρχιτεκτονικό σχέδιο της εποχής αποτυπώνει ένα κτίσμα τετράγωνης μορφής με ημισφαιρικό τρούλο που εδραζόταν σε πολυγωνική βάση, ενώ στην πλευρά της εισόδου υπήρχε πρόπυλο με θόλους και κιονοστοιχία. Δίπλα στο τέμενος βρισκόταν ως ανεξάρτητο κτίσμα ένας κυλινδρικός μιναρές που κατέληγε σε εξώστη. Η μετασκευή του τζαμιού σε χριστιανικό ναό είναι εμφανής, καθώς σε αυτό το σχέδιο της εποχής υπάρχει σταυρός στη κορυφή του τρούλου, ενώ ο μιναρές έχει μετατραπεί σε καμπαναριό.
Σύμφωνα με την Μπιτσάνη (2004), ως πολιτισμός ορίζεται το σύνολο των αξιών ή επιτευγμάτων υλικών και πνευματικών τα οποία κληρονομούνται από γενιά σε γενιά δημιουργώντας μια κοινή συνισταμένη ιδεών και εικόνων στο πέρασμα των χρόνων το οποίο συνεπάγεται μια κοινή αρχή αναφορών και βιωμάτων προς μια σταθερή πορεία με πρόοδο τόσο σε κοινωνικό όσο και σε οικονομικό επίπεδο.
Ο πολιτισμός ως λειτουργία έχει τη δυνατότητα να δημιουργεί ατομική ή εθνική ταυτότητα καθώς παρέχει καθοδήγηση για να υπάρξει ο σωστός προσανατολισμός για την κοινωνία. Αυτό οφείλεται στην ισχυρή σύνδεση που υπάρχει ανάμεσα στους ανθρώπους και την πολιτιστική κληρονομιά σε σχέση με τις ανθρώπινές σχέσεις ή την ανθρώπινη ταυτότητα του κάθε ατόμου. Τα φυσικά αντικείμενα με πολιτιστική αξία όπως κτίρια, μνημεία ή άλλα μικροαντικείμενα αξίας έχουν απεριόριστη διάρκεια ζωής και τα οποία μεταφερόμενα από γενιά σε γενιά ισχυροποιούν την σύνδεση αυτή ως κομμάτι της πολιτιστικής κληρονομιάς καθώς αποτελούν μια σύγχρονη μορφή άγκυρας με το παρελθόν και τα επιτεύγματα των προγόνων.
Η έννοια του Υψηλού στην αρχιτεκτονική διαμορφώνεται μέσα από μια ιστορική, κοινωνική και πολιτιστική προσέγγιση. Το Υψηλό που εστιάζει στο μέγεθος, εκθειάζει τη φαντασία του ανθρώπου και δεν μπορεί να υποβληθεί σε περιορισμούς. Τα αρχιτεκτονικά οικοδομήματα στα οποία ενσαρκώνεται η έννοια του Υψηλού ωθούν τον άνθρωπο σε αναστοχασμό, ενώ παράλληλα τον φορτίζουν συναισθηματικά διεγείροντάς του μνήμες. Στη θέαση του Υψηλού ο άνθρωπος διακατέχεται από δέος, θαυμασμό ή και φόβο, ενώ αντιλαμβάνεται την υπέρβαση των ορίων και τη σημαντικότητα της αρχιτεκτονικής ως τέχνη. Επιπροσθέτως η έκφραση του Υψηλού στη φύση αποκαλύπτει την ύπαρξη του υπερφυσικού ως προς την τάξη.
Η εκκλησία του Αγίου Νικολάου αποτελεί το θεμέλιο λίθο της πολιτιστικής κληρονομιάς της πόλης της Χαλκίδας, εμφυσά την καλλιέργεια εθνικής και τοπικής συνείδησης των κατοίκων της και αναλογικά συνιστά τη θεολογική προσέγγιση του Υψηλού μέσω της αρχιτεκτονικής. Η ιστορική εκκλησία του Αγίου Νικολάου αποτελεί μια φιλοσοφική μετενσάρκωση της ιστορικής συνέχειας της πόλης η οποία θεμελιώνεται στην υιοθέτηση των ελληνικών αξιών και συνάμα οικοδομεί τη διαμόρφωση της χριστιανικής ταυτότητας μιας κοινωνίας κατά τη διάρκεια ενός πολυπολιτισμικού αλλά και οδυνηρού παρελθόντος.
«Οι Έλληνες πρόσφεραν στην Ανατολή τη φιλοσοφία και η Ανατολή πρόσφερε στην Ελλάδα τη θρησκεία. Η θρησκεία επικράτησε, επειδή η φιλοσοφία ήταν μια πολυτέλεια για τους λίγους ενώ η θρησκεία μια παρηγοριά για τους πολλούς», τάδε έφη ο Will Durant, (1885-1981), Αμερικανός ιστορικός και φιλόσοφος, ένας από τους επιφανέστερους ιστορικούς του 20ου αιώνα και ο οποίος υπήρξε λάτρης του αρχαίου ελληνικού πνεύματος. Ο Θεός αποτελεί το πνευματικό Υψηλό και η εκκλησία του Αγίου Νικολάου συνιστά την ανθρώπινη υλική απόπειρα για να το προσεγγιστεί το Ανώτερο, με άξονα την καλαισθησία και την ομορφιά. Κι αυτή η ομορφιά ας είναι η δύναμη και η παρηγοριά μας.
Πηγές:
Νικόλαος Γραικός, «Πολιτισμικά και εικονογραφικά ζητήματα. Ακαδημαϊκές τάσεις της εκκλησιαστικής ζωγραφικής στην Ελλάδα κατά το 19ο αιώνα», Θεσσαλονίκη 2011
Βασίλης Παπαδόπουλος, «Έγριπος. Η πόλη της Χαλκίδας κάτω από την κυριαρχία των Οθωμανών (15ος – 19ος αιώνας). Μαρτυρίες από περιηγητικά κείμενα», Πανεπιστήμιο Αθηνών
Μπιτσάνη Ε.Π (2004), Πολιτιστική Διαχείριση και Πολιτιστική Ανάπτυξη: Σχεδιασμός πολιτιστικής πολιτικής και πολιτιστικού προϊόντος», Αθήνα Εκδόσεις Διόνικος
Φωτογραφίες: odosell.blogspot.com
Θερμές Ευχαριστίες στο Νικόλαο Καρατζά, Ιστορικό – Αρχαιολόγο