5 στάδια πένθους

Απώλεια: 5 στάδια ενός οίστρου ζωής

Γράφει ο Γιώργος Θεοφίλης «Γιατί τόσο μαύρο αγγόνα μου; Εσύ λάτρευες το χρώμα». «Καταχνιά γιαγιά. Προσπαθώ να ξεχάσω τη μεγάλη μου απώλεια με την τέχνη που ξέρω, εκείνη την εικαστική…

Γράφει ο Γιώργος Θεοφίλης

«Γιατί τόσο μαύρο αγγόνα μου; Εσύ λάτρευες το χρώμα».

«Καταχνιά γιαγιά. Προσπαθώ να ξεχάσω τη μεγάλη μου απώλεια με την τέχνη που ξέρω, εκείνη την εικαστική οδό που συμπαρασύρει τη σκέψη σε μονοπάτια ουτοπιστών καλλιτεχνών».

«Δηλαδή Γιώργο;».

«Η θεωρία των χρωμάτων θεωρεί το μαύρο σύμβολο του πένθους στην ευρωπαϊκή αισθητική. Γιαγιά, απλά την ακολουθώ. Στο Ιράν το κόκκινο αποτελεί εκείνο το χρώμα με το οποίο αποχαιρετούν τον αποθανόντα, ενώ στην Ιαπωνία το πολιτισμικό χρώμα με το οποίο συνοδεύουν το νεκρό στην τελευταία του κατοικία είναι το άσπρο. Εγώ απλά εδώ που γεννήθηκα, η σημειωτική του πόνου αποδίδεται στο μαύρο, ίσως επειδή αντιπροσωπεύει τη χορογραφία του Άδη».

«Να σου βάλω ένα γλυκό του κουταλιού εγγονέ μου; Έτσι για να σε γλυκάνω λίγο. Ή μήπως η περίφημη θεωρία των χρωμάτων σου δεν αποδέχεται το βαθύ κίτρινο που αποκτά το περγαμόντο αφού δέσει;»

«Γιαγιά η θεωρία του γλυκού εμπεριέχει ένα συνονθύλευμα από καταχωνιασμένες και ασυνείδητες μνήμες που ξεθωριάζουν το κίτρινο χρώμα. Άλλωστε οι αναμνήσεις έχουν χρώμα;»

«Γιώργο σε αυτό το ερώτημα θα απαντήσεις εσύ αφού ανακατέψεις την παλέτα σου».

«Οι μνήμες είναι σαν το νερό, εκ πρώτης όψεως φαίνεται άχρωμο, ωστόσο ρέει, κυλάει στη φύση, στον πλανήτη, σε όλους τους οργανισμούς. Και βάφεται με ότι το αναμείξουμε. Η ανάμνηση που στοιχειώνει το νου μας με τις εικόνες του ανθρώπου που απωλέσαμε, είναι ένα υγρό στοιχείο με ποικίλες προσμίξεις, είτε λέγονται βιώματα, είτε αποκαλούνται συναισθήματα. Το ίδιο το νερό κυλάει στα εγκεφαλικά μας κύτταρα και οι νευροδιαβιβαστικές ενώσεις που προκαλούν τις μνήμες είναι η παλέτα της ζωής».

«Αν κατάλαβα καλά μνήμη σημαίνει ζωή».

«Αυτό ακριβώς έχει το περγαμόντο γιαγιά, μνήμη από το παρελθόν και ζωή από το μέλλον. Πόσα γλυκά του κουταλιού μοιραστήκαμε με το μπαμπά, πόσα χρώματα».

«Αγγόνα μου διακρίνω ένα φόβο για το χρώμα της μνήμης. Φοβάσαι ότι θα ξεθωριάσει;»

«Ο φόβος της λήθης είναι μια μορφή δαλτωνισμού, θα έλεγα ολική αχρωματοψία. Αν κάποια στιγμή απολέσω τη μνήμη της προσωπογραφίας που έχω φτιάξω για τον αγαπημένο μου μπαμπά, δεν θα ξαναβγεί το ουράνιο τόξο ποτέ. Η ανάμνηση είναι βουτηγμένη στο χρώμα και το χρώμα μου δίνει δύναμη να συνθέτω ακατάπαυστα».

«Ε τότε λοιπόν Γιώργο βγάλε τα μαύρα».

Η γιαγιά μου δεν γνώριζε την ψυχολογική θεωρία που υπόκωφα ονομάτισε. Η ψυχίατρος Elisabeth Kübler – Ross, στο βιβλίο της με τον τίτλο «On Death and Dying», που γράφτηκε το 1969, άρχισε να μιλάει για στάδια στο πένθος, πέντε τον αριθμό, βασισμένη σε μελέτες γύρω από τα συναισθήματα ασθενών με ανίατες αρρώστιες, ενώ αργότερα παρατήρησε ότι μέσα από αυτά τα στάδια περνάμε και σε άλλες φάσεις της ζωής μας που χαρακτηρίζονται από αρνητικούς παράγοντες, όπως ο θάνατος ενός αγαπημένου μας προσώπου ή ένας χωρισμός, οτιδήποτε συνοδεύεται από απώλεια. Στη συναισθηματική κατάσταση στην οποία βρίσκομαι αναπολώ και επικαλούμαι υπόρρητα τη θεωρία των 5 σταδίων του πένθους που από τη μια τόσο ένθερμα έγινε αποδεκτή από τις κοινωνικές επιστήμες και από την άλλη τόσο έντονα έχει αμφισβητηθεί από την επιστημονική κοινότητα.

Η γιαγιά μου ήρθε μετά την μικρασιατική καταστροφή στην Ελλάδα, από τη Χίο κι έχοντας ζήσει στην Πόλη, νομίζω ότι γνωρίζει καλύτερα την πολίτικη κουζίνα από ό,τι μπορεί να αντιληφθεί την κλινική ψυχολογία. Ωστόσο πολλές φορές στο παρελθόν με είχε θεραπεύσει με ένα καλό φαγητό και είναι όντως αλήθεια ότι η κουζίνα της συχνά είναι το καλύτερο μάθημα ψυχολογίας. Δεν ξέρω αν η νοστιμιά είναι στα υλικά, αν οφείλεται στη συνταγή ή ακόμη και στο ασίγαστο μεράκι της. Σκέφτομαι όμως ότι τα 5 στάδια του πένθους θα μπορούσαν κάλλιστα να έχουν γαστρονομική υπόσταση καθώς στη δική μου περίπτωση, τουλάχιστον, φαίνεται να περνάνε από την αξιοθαύμαστη πολίτικη κουζίνα της.

«Να σου φτιάξω έναν ελληνικό καφέ. Έτσι όπως σε βλέπω σου χρειάζεται για να πάνε κάτω τα φαρμάκια σου εγγονέ μου».

«Γιαγιά, ξέρεις τι σημαίνει πρωινός ελληνικός με μια έγκυρη πολυσέλιδη εφημερίδα; Συντροφιά. Μια συντροφιά που έχεις την ανάγκη να την επαναλαμβάνεις.

Η απώλεια είναι η διακοπή μιας ατέρμονης επανάληψης που ήταν συνήθεια και η οποία τώρα πια μεταμορφώνεται σε μια παρωχημένη αίσθηση».

«Αυτή η αίσθηση βρίσκεται ακόμα στην καρδιά σου Γιώργο. Κράτα τη σφικτά, μη σου φύγει, ζήσε με αυτήν. Κάνε την απώλεια της επαναληπτικότητας, μορφή του καινούργιου, άδραξε το μέλλον μέσα από αυτό που κατακάθεται στην ψυχή σου. Σαν το ίζημα του ελληνικού που σου έφτιαξα. Είναι η μαγιά που θα ενεργοποιήσει το σχεδιασμό μιας καινούργιας ζωής με όλα αυτά που μου αναφέρεις. Μνήμες, αναμνήσεις, αισθήσεις, θύμησες, επαναλήψεις, αισθήσεις».

«Γιαγιά, η μαγειρική σου, το τραπέζι σου, το γλυκό του κουταλιού σου, ο αχνιστός ελληνικός, είναι η μεταμόρφωση μιας οντότητας που καλείται στιγμή ζωής ή καλύτερα στιγμές ζωής. Όταν γεύομαι το περγαμόντο και όταν ο ουρανίσκος έρχεται σε επαφή με το καϊμάκι του καφέ, συνειδητοποιώ ότι όλα αυτά εικονοποιούνται, αποκτούν υπόσταση, εκφράζουν μια βιωματική εμπειρία που όχι μόνο δεν πεθαίνει αλλά επιβιώνει στο διηνεκές».

«Αυτό σημαίνει λοιπόν ότι εκτός από καλή μαγείρισσα είμαι και μια καλή ψυχολόγος για σένα αγγόνα μου. Η πολίτικη κουζίνα κουβαλάει μια ιστορία, ανείπωτο ξεριζωμό, κοινωνικό και φυλετικό ρατσισμό, πολιτισμικές ρίζες. Η γαστρονομία μου, Γιώργο, έχει υποφέρει περισσότερο από εσένα γιατί κουβαλάει μέσα της την οδύνη και το σπαραγμό ενός ολόκληρου λαού. Μην είσαι λοιπόν τόσο εγωκεντρικός. Δεν πονάς μόνο εσύ με την απώλεια του μπαμπά σου. Ο πόνος είναι σύμφυτος με την ανθρωπότητα, όλος ο κόσμος έχει βιώσει τον πόνο σε κάποια φάση τη ζωής του. Και μαθαίνει ή τουλάχιστον προσπαθεί να μάθει να διαχειρίζεται τον πόνο άλλες φορές σιωπηλά κι άλλες εκκωφαντικά».

«Αυτό ακριβώς γιαγιά. Τα 5 στάδια του πένθους της ψυχίατρου Elisabeth Kübler – Ross είναι 5 κομμάτια της πολίτικης κουζίνας σου».

1ο Στάδιο – Άρνηση

«Αρνήθηκα αυτό που μου συμβαίνει πριν ο κόκορας λαλήσει τρεις φορές. Δεν μπορεί να συμβαίνει αυτό σε μένα. Δεν μπορώ να το αποδεχτώ, Δεν μπορώ να συνειδητοποιήσω ότι κάτι τέτοιο τυχαίνει σε μένα. Το έχω δει πολλές φορές στο συγγενικό και το φιλικό μου κύκλο, αποστασιοποιημένα, απείχα όσο κι αν προσπαθούσα να συμπάσχω. Αρνούμαι να το διαχειριστώ».

«Η άρνηση εγγονέ μου αν καταλαβαίνω καλά είναι το πρώτο στάδιο του πένθους. Φαίνεται σαν να γίνεται μια έκρηξη στην ψυχή σου. Γκρεμοτσακίζεσαι, πέφτεις από τα ψηλά χωρίς όμως να χτυπήσεις, αιωρείσαι και συναισθάνεσαι ένα κενό στην καρδιά σου που διαρκεί και διαρκεί χωρίς να κλείνει».

«Γιαγιά δεν αρνούμαι το πένθος, δεν αρνούμαι την απώλεια, αρνούμαι τη ζωή μετά, αποποιούμαι τη ζωή χωρίς το αγαπημένο μου πρόσωπο».

«Η κουζίνα είναι αυτή που θα σου πάρει την πίκρα της άρνησης. Σκέψου Γιώργο τα καλούδια που σου έφερνε ο μπαμπάς σου σπίτι όταν ήσουν παιδί. Τι σε κάνει να αρνηθείς την απάρνηση. Η μνήμη είναι στο φαγητό γιατί το φαγητό λέει πάντα την αλήθεια».

«Γιαγιά, ο μπαμπάς πάντα έβγαζε στο καθημερινό τραπέζι τον περίφημο παστουρμά που έφτιαχνες».

«Ο παστουρμάς είναι το γνωστότερο αλλαντικό της Ανατολής. Προέρχεται από την τουρκική παράφραση του βυζαντινού ακρόπαστον και το ο οποίο προέρχεται από το αρχαίο παστό (πασπαλισμένο) και το ρήμα πάσσω (πασπαλίζω), συνηγορώντας στη βυζαντινή προέλευση του παστουρμά. Ιστορικά ο παστουρμάς αναφέρεται σε πηγές στην Κωνσταντινούπολη περίπου το 1640, είναι λοιπόν εγγονέ ένα φαγητό με πλούσια ιστορία».

«Αυτό σημαίνει και για μένα, γιαγιά, η μυρωδιά από το τσιμένι, το εξωτερικό στρώμα του παστουρμά, αυτή η κοκκινωπή αλοιφή που αποτελείται από κύμινο, τηντιλίδα, σκόρδο και πάπρικα. Όλη αυτή η αίσθηση είναι περισσότερο από ένα βιωματικό γεγονός, είναι ιστορία».

«Όταν αρνείσαι την απώλεια, μην ξεχνάς ότι δεν μπορεί να αρνηθείς την ιστορία σου. Η ζωή με το μπαμπά σου είναι η ιστορική αναφορά των αισθήσεών σου, στις οποίες κυριαρχεί ο παστουρμάς. Έντονη μυρωδιά, εύγεστα υλικά, επιθετική γεύση. Η άρνησή σου έχει το πορφυρό χρώμα του παστουρμά και η μνήμη σου πριν αρνηθεί θα ανακαλεί πάντα το τραπέζι που μοιραζόσασταν αυτό το παστό αλλαντικό με την μακραίωνη ιστορία».

«Η άρνηση θεριεύει γιαγιά. Η ανάμνηση με ζει. Δεν ξέρω αν θα μπορούσα να συνταυτίσω αυτό το πρώτο στάδιο του πένθους με μια φέτα παστουρμά αλλά ο μπαμπάς θα είναι πάντα παρών όταν βλέπω, ορέγομαι, μυρίζω ή κι όταν δοκιμάζω ένα καραμανλίδικο παστουρμά. Δεν μπορώ να αρνηθώ την ιστορία που μου έφτιαξε τα μεσημέρια στο τραπέζι με αυτό το υπέροχο έδεσμα».

2ο Στάδιο – Θυμός

«Κι αν αλλάξει η άρνηση;»

«Θα αλλάξει γιαγιά, θα μεταμορφωθεί, θα γίνει θυμός κι οργή. Οργή για αυτό που μου έτυχε. Θα επιρρίψω ευθύνες στον άγνωστο Θεό, στη ξεχασμένη μου μοίρα. Θυμός στον οποιοδήποτε και στο ο,τιδήποτε. Χωρίς αιτίαση και δικαιολόγηση. Μια ασυναίσθητη μεταβίβαση του πόνου στον άλλο άνθρωπο».

«Πριν κατακεραυνώσεις τη μοίρα και το πεπρωμένο σκέψου τη γιορτή του δεκαπενταύγουστου εγγονέ μου. Η πιο γευστική νηστεία του χρόνου. Μια νηστεία με πλούσια ζαρζαβατικά, φρούτα, λαχανικά και ψάρια. Σε αυτήν την περίοδο η κουζίνα ευωδίαζε με το ιμάμ μπαϊλντί».

«Γιαγιά η οξύθυμη συμπεριφορά μου κατευνάζεται με τη θύμηση ενός ιμάμ μπαϊλντί παρέα με το μπαμπά. Είναι άλλωστε ένα έδεσμα που η ονομασία του σημαίνει «ο Ιμάμης μπαΐλντισε, δηλαδή λιποθύμησε» επειδή, σύμφωνα με το θρύλο, ένας ιμάμης όταν άκουσε για το κόστος των υλικών και για το ελαιόλαδο που χρειαζόταν για την προετοιμασία του φαγητού, έχασε τις αισθήσεις του. Είναι και ένα άλλο όμορφο λαϊκό παραμύθι, το οποίο αναφέρει ότι ένας ιμάμης παντρεύτηκε την κόρη ενός λαδέμπορου. Η προίκα της αποτελούνταν από δώδεκα βάζα από το καλύτερο ελαιόλαδο, με το οποίο ετοίμαζε κάθε βράδυ ένα πιάτο μελιτζάνες, με ντομάτες και κρεμμύδια. Τη δέκατη τρίτη ημέρα, δεν υπήρχαν μελιτζάνες στο τραπέζι. Όταν πληροφορήθηκε ότι δεν υπήρχε άλλο ελαιόλαδο, ο ιμάμης λιποθύμησε. Γιαγιά το ιμάμ είναι περισσότερο από μια απλή διήγηση, είναι μια μορφή ιστορίας».

«Γέμισε λοιπόν Γιώργο την οργή σου με ιστορία κι όχι μήνη και εκδίκηση. Άλλωστε δεν ξέρεις ποιον να εκδικηθείς και ποιον να κατηγορήσεις. Ψάξε μέσα σου πέρα από την αγανάκτηση για αληθινά συναισθήματα. Μετέτρεψε το θυμό σε σχέδιο. Μην αναπολείς το παρελθόν. Οραματίσου το μέλλον».

«Η οργή που έχω είναι μετεξέλιξη της αγάπης μου για το αγαπημένο μου πρόσωπο».

«Όχι εγγονέ μου, Η οργή σου είναι μια μάταιη και απαισιόδοξη έκφανση του πόνου. Μπορεί η αγάπη να γίνει μίσος; Αυτό είναι μια χυδαία προσβολή της απώλειάς σου».

«Το μίσος σημαίνει έλλειψη της αγάπης. Δεν έχω κάτι να αγαπώ. Αυτό σημαίνει ότι δικαιολογούμαι να οργίζομαι. Γιατί αγαπούσα με παρρησία και ψυχή».

«Σκέψου Γιώργο το Δεκαπενταύγουστο, τη γιορτή της Παναγιάς, το ιμάμ με τα καραμελωμένα κρεμμύδια, την προσμονή των εορτασμών, την αύρα του καλοκαιριού. Αυτή η αγάπη είναι μια ιστορική μνήμη πλασμένη να κρατάει για πάντα».

«Κι αν με πνίγει ο πόνος της οργής γιαγιά;»

«Δεν έχεις παρά να δοκιμάσεις ένα ιμάμ μπαϊλντι, όχι για να ξεχάσεις τον πικρόχολο θυμό σου αλλά για να θυμηθείς το ωραίο, αυτό που είναι σφραγισμένο στα πιο όμορφα όνειρά σου κι αυτό που θα ξεκλειδώσει την αγάπη σου».

3ο Στάδιο – Διαπραγμάτευση

«Γιαγιά μια τέτοια διεργασία κινεί καινούργια νήματα συμπεριφοράς. Προστάζει μια διαφορετική προσέγγιση σε ότι αποκαλείται πένθος και απώλεια».

«Ίσως εγγονέ μου να χρειαστείς να το διαπραγματευτείς με περισσότερη διπλωματία».

«Αυτό γιαγιά είναι το τρίτο στάδιο του πένθους. Η διαπραγμάτευση».

«Μοιάζει μια μορφή προόδου αυτό το στάδιο. Μου αρέσει».

«Ίσως να βασίζεται σε μια περίπλοκη προσέγγιση μιας επιλεκτικής βιοθεωρίας, μιας πιο φιλοσοφημένης άποψης για τη ζωή».

«Χρειάζεται, αγγόνα, να προχωρήσεις, με άξονα το παρελθόν και γνώμονα το μέλλον. Για να απαγκιστρωθείς από την άρνηση και την έξαψη χρειάζεται να γλυκάνει η καρδούλα σου».

«Υπάρχει κάποιο γιατροσόφι από αυτά που μόνο εσύ γνωρίζεις για να κάνω κάτι τέτοιο;»

«Φυσικά εγγονέ μου. Ένα παγωτό καϊμάκι με γλυκό βύσσινο».

«Ειλικρινά γιαγιά η σημειολογική σου αναφορά στην πολιτική κουζίνα η οποία αντιπροσωπεύει κάθε στάδιο του πένθους είναι περισσότερο από μια μυθοπλαστική αφήγηση, είναι ίσως μια καινούργια κοσμοθεωρία. Παγωτό καϊμάκι με γλυκό βύσσινο για να διαπραγματευτώ μια απώλεια που με γέμισε τοξικότητα; Ουτοπικό».

«Ίσως λίγο τολμηρό. Σκέψου, η αγαπημένη λιχουδιά του μπαμπά σου, παγωτό καϊμάκι ή «dondurma», όπως ήταν γνωστό στα τούρκικα.. Το παγωτό αυτό στην Κωνσταντινούπολη διατηρούνταν κρύο με χιόνι που έπαιρναν απ’ τα βουνά και φτιαχνόταν από γάλα, ζάχαρη και σαλέπι. Σε ορισμένες περιπτώσεις χρησιμοποιούσαν και μαστίχα. Το σαλέπι του έδινε κολλώδη υφή και ανάλογα με τη συνταγή, μπορεί να έβγαινε τόσο στερεό, που ορισμένοι το έτρωγαν με μαχαίρι και πιρούνι. Ξανά πλούσια η ιστορία, όχι για να ξεχάσεις αλλά για να συνεχίσεις να ονειρεύεσαι».

«Γιαγιά συμφωνώ μόνο ότι μια τέτοια ανάμνηση είναι γλυκιά και πικρή συνάμα. Θυμάμαι παιδί να ακολουθώ το μπαμπά μου στα σοκάκια της Θεσσαλονίκης για να βρούμε το πιο μαστιχωτό καϊμάκι. Γιατί όμως να το ξαναφάω; Η ανάμνηση αυτή προσδίδει ένα σημαίνοντα τίτλο τέλους πρώτα στο παγωτό καϊμάκι και ακολούθως στην παιδική μου ηλικία».

«Ίσως αγαπημένε μου εγγονέ να χρειάζεται να διαπραγματευτείς το τέλος με μια αρχή. Όταν βάζεις μια τελεία στη ζωή σου η επόμενη λέξη ξεκινάει με Κεφαλαίο γράμμα. Ξεκινά από το Κάππα».

«Κάππα γιατί;»

«Το Καϊμάκι αρχίζει με κάππα. Εσύ βάλε και ένα Άλφα».

«Άλφα;»

«Ναι Γιώργο άλφα. Το γράμμα που ξεκινάει το ελληνικό αλφάβητο, το γράμμα της αρχής μιας νέας πορείας, το γράμμα ενός απείρου συνδυασμού φράσεων και προτάσεων που θα συνθέσουν το αφήγημα της επόμενης μέρας. Από Άλφα όμως ξεκινάει και η λέξη Ανάμνηση. Χτίσε στην ανάμνηση τον τρόπο που θα διαπραγματευτείς τη ζωή «Χωρίς». Γιατί με την ανάμνηση η ζωή σου θα γίνει ζωή «Με». Με αυτό που είχες. Κλείστο στις αισθήσεις σου και κάντο πυξίδα στη ζωή σου».

«Όσο με ζώνουν οι αναμνήσεις το παγωτό καϊμάκι μοιάζει περισσότερο αλατισμένο παρά γλυκό».

«Αυτό άλλωστε σημαίνει διαπραγμάτευση. Να βρεις την ισορροπία μεταξύ αλμυρού και γλυκού».

4ο Στάδιο – Κατάθλιψη

«Κι αν βρω γιαγιά αυτήν την ισορροπία πως θα μπορέσω να μην καταλήξω σε μια βαθύτερη μελαγχολία, το τέταρτο στάδιο του πένθους, την κατάθλιψη».

«Νομίζω ότι τη μελαγχολία και την κατάθλιψη τη νιώθεις όταν αυτοπεριορίζεσαι και περιχαρακώνεσαι σε ένα κλειστό δωμάτιο. Η ζωή είναι έξω στο δρόμο».

«Τότε γιαγιά συνέχισε την συνταύτιση του πένθους με μια γαστρονομική εμπειρία και ανακάλυψε ένα πιάτο που να πάρει μακριά το βουβό και υπόκωφο της κατάθλιψης».

«Αγγόνα μου, το φαγητό του δρόμου μας κάνει παρέα τις πιο δύσκολες στιγμές, αυτό που συνδυάζεται με περιήγηση, επικοινωνία με ανθρώπους, την περιπέτεια ενός οδοιπόρου. Το σις κεμπάπ είναι ένα δημοφιλές γεύμα που θα το βρεις στα πιο ψαγμένα σοκάκια και το οποίο αποτελείται από ψητούς κύβους κρέατος προσδεμένους σε ξυλάκι. Παραδοσιακά το σις κεμπάπ παράγεται από κρέας αρνιού και αποτελεί την ελληνική απόδοση των τουρκικών λέξεων σις που σημαίνει σπαθί και κεμπάπ που σημαίνει ψητό κρεατικό πιάτο».

«Γιαγιά πόσο σις κεμπάμπ έχω φάει περιδιαβαίνοντας τις ελληνικές πόλεις με το μπαμπά. Πνιγμένο στα μπαχαρικά και το γιαούρτι, με γεμίζει την ανάγκη να ανοίξω εδώ που είμαστε ένα διάλογο».

«Αυτό σημαίνει και έξοδος από τη μελαγχολία αγαπημένε μου. Διάλογο με τον εαυτό μας. Έναν ευρύτερο διαλογισμό που αποσκοπεί στο να γνωρίσουμε πρώτα από όλα εμάς και κατόπιν να διερευνήσουμε τη σχέση μας με τον αποθανόντα».

«Αν το καλοσκεφτείς γιαγιά, η σχέση αυτή συνεχίζεται».

«Κανείς δεν σε εμποδίζει να συνεχίσεις τη σχέση με τον πατέρα σου. Ο δρόμος που θα πορευτείς είναι απόλυτα δικός σου. Οι ερωτοαπαντήσεις μιας τέτοιας σχέσης χρειάζεται να διέπονται από ένα όραμα. Ένα όραμα φιλοσοφικά δομημένο και άρτια ψυχολογικά μεθοδευμένο ώστε η σχέση που θα δημιουργηθεί να απέχει από τη μελαγχολία. Χρειάζεται να οικοδομήσεις μια σχέση που να σε δεσμεύει ώστε να βελτιώσεις τον τρόπο που βλέπεις τον κόσμο υπό το πρίσμα της απώλειας. Κι αυτή η απώλεια να αποτελέσει μια πυραμίδα συναισθημάτων που να θεμελιώνεται στο τρίπτυχο αγάπη, καθοδήγηση και ευγνωμοσύνη».

«Η κατάθλιψη καλύπτει το δρόμο, τον μετατρέπει σε ένα στενό μονοπάτι».

«Το σις κεμπάμπ είναι ένα φαγητό του δρόμου που θα σου ανοίγει το δρόμο. Σε όποιο δρομάκι του κόσμου κι αν βρεθείς, σε όποια παραλία, σε όποιο ιστορικό κέντρο, ο μπαμπάς σου θα κρατάει από το χέρι γιατί σε έμαθε με ένα κεμπάμπ στο χέρι να οργώνεις κάθε καλντερίμι».

5ο Στάδιο – Αποδοχή

«Αν έχω προσανατολισμό μπορώ να αποδεχτώ την απώλεια. Δεν ξέρω όμως πόσο θα καιρό θα χρειαστεί για να έρθει αυτή η αποδοχή».

«Δεν κατάλαβα εγγονέ μου, υπάρχει στο τέλος και η αποδοχή;»

«Ναι γιαγιά, η αποδοχή είναι το πέμπτο στάδιο του πένθους».

«Συνεπώς η αποδοχή σημαίνει το μέλωμα της καρδιάς, το καταλάγιασμα της οργής, τη φυσική αναγνώριση του θανάτου».

«Κι αν υπάρχει μια γαστρονομική πρόταση για την αποδοχή, αυτή γιαγιά είναι σίγουρα γλύκισμα».

«Το γλύκισμα αυτό εγγόνα μου φτιάχνεται με ζύμη φύλλου και περιέχει γέμιση ξηρών καρπών, συνήθως φουντουκιού, φιστικιού ή καρυδιού και παίρνει την γλυκιά του γεύση από σιρόπι ζάχαρης ή μελιού. Συνήθως σερβίρεται μετά από το γεύμα και συνοδεύεται από καφέ, ενώ δημιουργήθηκε από Τουρκικά φύλα της Κεντρικής Ασίας και τελειοποιήθηκε στις κουζίνες των ανακτόρων του σουλτάνου, στο παλάτι Τοπκαπί, Είναι ο περίφημος και διάσημος μπακλαβάς».

«Στο μπαμπά άρεσε με αμύγδαλο. Το γλυκό που φτιάχναμε παραδοσιακά τα Χριστούγεννα. Έδινε πάντα οδηγίες για το ψήσιμο, του άρεσε μέτριο».

«Η καταιγίδα των συναισθημάτων σου καταλήγει σε μια νηνεμία αποφόρτισης. Αρνήθηκες, θύμωσες, διαπραγματεύτηκες, μελαγχόλησες, πέρασες από μύρια κύματα. Και το αποδέχτηκες. Γιατί έτσι είναι η ζωή, κάτι τελειώνει κι όταν φοβόμαστε ότι θα τελειώσει έρχεται η μνήμη που το ζει. Κι η διαχρονική μνήμη είναι σαν ένα γλύκισμα. Αφήνει μια αίσθηση πληρότητας, μια μορφή ευτυχίας που αισθανόμαστε όταν κατανοήσουμε ότι ο Θεός μας έδωσε το χρόνο, τα μέσα και την ευλογία να ζήσουμε δίπλα στον άνθρωπό μας».

«Μακάρι γιαγιά να έτρωγα ένα τελευταίο μπακλαβά με το μπαμπά».

«Ο νους και η καρδιά σου είναι τόσο γεμάτες. Θα φας τον μπακλαβά που ονειρεύεσαι και δεν θα είναι ο τελευταίος. Ο μπαμπάς είναι η γεύση που απομένει όχι στον ουρανίσκο σου αλλά στην ψυχή σου».

Ένας κρότος με τίναξε. Δεν ήξερα που βρισκόμουν. Φαίνεται αποκοιμήθηκα στον υπολογιστή δουλεύοντας την επόμενη παρουσίαση για το διδακτορικό μου στον Ανδρέα Εμπειρίκο. Δεν το πιστεύω, είδα στο όνειρό μου τη γιαγιά μου. Χρόνια πέρασαν από την τελευταία φορά που εναπέθεσα μια γαρδένια στο κοιμητήριο της Αγίας Παρασκευής. Ήρθε και με βρήκε με γαλήνη για να μου απαλύνει τον πόνο. Ο μπαμπάς μου είναι τώρα πια μαζί της, δίπλα στη ίδια του τη μητέρα, σε όλο αυτό που ονομάζουμε ουράνιο παράδεισο, έναν τόπο άγνωστο και μακρινό.

Μπροστά μου, νυσταγμένος ακόμα, βλέπω με την άκρη του ματιού μου μια μισοφαγωμένη σελίδα από την «Οκτάνα» του Ανδρέα Εμπειρίκου και το ποίημα «Εις την οδόν των Φιλελλήνων».

«Θεέ! Το φως αυτό χρειάζεται, μια μέρα για να γίνη μια δόξα κοινή, μια δόξα πανανθρώπινη, η δόξα των Eλλήνων, που πρώτοι, θαρρώ, αυτοί, στον κόσμον εδώ κάτω, έκαμαν οίστρο της ζωής τον φόβο του θανάτου».

Αυτό προσμένω πια για τη ζωή, όχι ως Έλληνας, αλλά ως άνθρωπος συναισθηματικά ταλαιπωρημένος και ψυχικά κατατρεγμένος. Να κάνω οίστρο της ζωής το φόβο του θανάτου. Και φαίνεται να έχω στο πλευρό μου τη γιαγιά μου. Από κει ψηλά. Να με βοηθήσει να μην ξεχάσω ποτέ. Και δεν θα ξεχάσω.

GHETTO Magazine

Το www.ghettomagazine.gr καλύπτει ό,τι είναι νέο και σημαντικό στη Χαλκίδα την Εύβοια και τη Βοιωτία. Οι άνθρωποι, οι τέχνες, ο πολιτισμός, ένας οδηγός πόλης και προορισμών, η διασκέδαση, όλα σε ένα GHETTO.
To No.1 και μοναδικό online περιοδικό της Εύβοιας και της Βοιωτίας.

Best of GHETTO

Scroll to Top