Γράφει ο Γιώργος Θεοφίλης
Η λέξη έθιμο ετυμολογείται εκ του «έθους» που σημαίνει συνήθεια. Η πολιτιστική παραγωγή κάθε γενιάς «εθίζει» τις επόμενες και δημιουργεί ήθη και έθιμα που μεταλαμπαδεύουν, πολλές φορές και με το δραματουργικό και θεατρικό τρόπο της αρχαίας τραγωδίας, την τοπική και εθνική παράδοση. Το Πάσχα του Καλοκαιριού, όπως είθισται να ονομάζεται η γιορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, συνδέεται με τα ομορφότερα χριστιανικά και εκκλησιαστικά έθιμα σε κάθε ελληνική γωνιά. Μπορεί όμως η απειλή της πανδημίας και τα αναγκαστικά περιοριστικά μέτρα να εκφυλίσουν τα παραδοσιακά έθιμα και να αλλοτριώσουν το σύγχρονο άνθρωπο;
Η ελληνική Παράδοση είναι τόσο πλούσια είτε προέρχεται από τα αρχαία διονυσιακά και σατυρικά στοιχεία είτε από τα παλαιοχριστιανικά τελετουργικά. Άλλωστε η ετυμολογία της λέξης φανερώνει το «παραδίδω» δηλαδή μεταφέρω την κουλτούρα μιας κοινωνίας με κοινά χαρακτηριστικά, αγάπη, συμπόνια, ανέχεια, φόβο και πένθος. Η Παράδοση προτάσσει και τη συλλογικότητα αφού διαχέει την ανάγκη μια συλλογικής συμπεριφοράς που αντιμάχεται την ατομικότητα και την ιδιοτέλεια. Επιπλέον προβάλλει μια ανθρωποκεντρική προσέγγιση του πολιτισμικού μορφώματος με άξονα την αξία ενός ανθρώπου που ζει αλληλέγγυα και αλτρουιστικά.
Παράγωγο της τοπικής και εθνικής παράδοσης είναι τα έθιμα, τα πανηγύρια, τα γλωσσικά ιδιώματα, η λαογραφία, η λαϊκή οικοτεχνία, οι εθιμικές θεατρικές γιορτές. Το έθιμο, ο συνεκτικός κρίκος της πολιτιστικής συνέχειας, φαίνεται να απειλείται από τη διάθεση για κοινωνική αποστασιοποίηση, τον ατομικό περιορισμό και την ανάγκη για συλλογική προστασία της δημόσιας υγείας. Ο τρόπος που θα γιορτάσουμε το φετινό μικρό Πάσχα μοιάζει εκ διαμέτρου διαφορετικός από τον τρόπο που γιορτάζαμε στο παρελθόν, με βάση τα πολυποίκιλα παραδοσιακά έθιμα που τελούνταν προς τιμήν της Μεγαλόχαρης σε κάθε ελληνικό νησί και στο πιο απομακρυσμένο ελληνικό χωριό.
Η απαγόρευση των πανηγυριών προς αποφυγή του συνωστισμού ενέχει τον κίνδυνο της λήθης. Η μουσική παράδοση και η κοινωνική συνεύρεση στις δημοτικές γιορτές μας θύμιζε τις ρίζες μας, μας ένωνε με το συνάνθρωπό μας, μας βοηθούσε να συνειδητοποιήσουμε την κοινή μας μελλοντική πορεία. Το φετινό Πάσχα του καλοκαιριού θα είναι περισσότερο βουβό από κάθε άλλη φορά και ίσως να μας γεμίσει μοναξιά και ενοχές. Δεν μπορούμε να ασπαστούμε ένας τον άλλο, να ευχηθούμε με συμπόσια και μεγάλες παρέες και ακόμη δεν μπορούμε να μοιραστούμε ένα κοινό χορό.
Ο εχθρός που λέγεται Covid 19 μεταλλάσσεται σε έναν πολέμιο της κοινωνικότητας, της αλληλοβοήθειας ακόμη και της εθνικής κουλτούρας.
Η απαγόρευση της λιτανείας ξεθωριάζει τη λαμπρότητα των θρησκευτικών και εκκλησιαστικών τελετουργικών προς τιμήν της Αγίας των Αγίων και εκφυλίζει την περιφορά και το σεβασμό της Εικόνας της Θεομήτορος. Βρισκόμαστε στο μεταίχμιο μιας καινούργιας εποχής που το έθιμο αντικαθίσταται από την εικονική πραγματικότητα και η παράδοση υποκαθίσταται από την τεχνολογική ψηφιοποίηση. Η διατήρηση της σύγχρονης ανθρώπινης μνήμης επαφίεται στη χρήση του διαδικτύου τη στιγμή που η ανθρώπινη επαφή δεν γίνεται αντιληπτή ως υπαρξιακή ανάγκη. Η γιορτή της Κοιμήσεως και Μεταστάσεως της Θεοτόκου μοιάζει ένα πολύπλοκο σύμπλεγμα θεσμικών καινοτομιών στο οποίο αντικρούονται η Παράδοση και ο πολιτισμός από τη μια, η Δημόσια Υγεία και οι νέες προτεινόμενες συνήθειες από την άλλη.
Η αλήθεια είναι ότι η πανδημία αντιμετωπίζεται μόνο με αυτόν τον τρόπο, την αποστασιοποίηση από οποιαδήποτε πολιτισμική συμπεριφορά που φτάνει στα όρια του κοινωνικού αποκλεισμού. Το ερώτημα όμως, που τίθεται καίριο, είναι με ποιο τρόπο ο άνθρωπος θα περισώσει τον άνθρωπο. Ο Γάλλος Μισέλ Ντε Μοντέν, ο τελευταίος ουμανιστής της Αναγέννησης, επηρεασμένος από τον Πλάτωνα είχε γράψει «οι αρχές της συνειδήσεως που οι άνθρωποι υποστηρίζουν πως πηγάζουν από τη φύση, προέρχονται από τα έθιμα». Και εκεί ακριβώς φαίνεται να βρίσκεται η τομή που χρειάζεται να κάνει ο σύγχρονος άνθρωπος. Να μελετήσει το έθιμο και να καλλιεργήσει τη συνείδησή του. Αυτά άλλωστε είναι η περιουσία του.