*Γράφει ο Γιώργος Θεοφίλης
Η Ανάσταση, μετά την καραντίνα που μας επιβλήθηκε ελέω πανδημίας, μας ήρθε με το πλήρες θρησκευτικό τελετουργικό ως Απόδοση της Εορτής του Πάσχα. Εορτάζεται την Τετάρτη της έκτης μετά το Πάσχα εβδομάδας και στη λειτουργική γλώσσα της Εκκλησίας η Απόδοση σημαίνει την ολοκλήρωση της εορτής του Πάσχα, που διαρκεί συνολικά 39 ημέρες μετά την Ανάσταση του Κυρίου. Αυτή η ύστερη και ετεροχρονισμένη Ανάσταση ήταν αρκετή για να αναστήσει τις καρδιές μας μετά από όλη αυτή την περιπέτεια που περάσαμε λόγω της αντιμετώπισης της εξάπλωσης του Covid-19;
Αν θεολογικά η Ανάσταση συμβολίζει κάθαρση από τα αμαρτήματα και αναζήτηση της πνευματικής και ψυχικής ισορροπίας, η φετινή Ανάσταση θα έπρεπε σημειολογικά να είναι συνώνυμο της αλλαγής. Μια αλλαγή που ήρθε πρωτίστως στις λατρευτικές συνήθειές μας αλλά και στη σχέση μας με το φυσικό αρχιτεκτονικό χώρο της Εκκλησίας. Ζήσαμε μια αλλαγή που επέφερε πλήθος διαμαρτυριών και το αποτέλεσμά της ήταν μια διαφορετική ενσυναίσθηση του καθιερωμένου θρησκευτικού αλλά και κοινωνικού τελετουργικού της πασχαλινής περιόδου. Οι πιστοί είχαν μία και μοναδική επιλογή, τον τηλεοπτικό δέκτη και τον Ορθόδοξο Καθεδρικό Ναό των Αθηνών που είναι αφιερωμένος στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου, για να εκκλησιαστούν εν μέσω πανδημίας. Η αναζήτηση της Ανάστασης επαφιόταν στην ανάγκη του καθενός μας αφού έπρεπε να επαναπροσδιορίσουμε τη σχέση μας με το Θεό πέρα από τυπικότητες και κοινωνικές συμβάσεις. Ο δύσβατος Γολγοθάς, η πορεία προς της Σταύρωση και η καταληκτική ψυχική Ανάταση αξιολογήθηκε με βάση τα πιστεύω θρησκευτικά η μη που κάθε άτομο διαμορφώνει βιώνοντας την καθημερινότητα.
Η απουσία οποιασδήποτε μορφής πολιτιστικής δραστηριότητας μας εμπόδισε από το να αναζητήσουμε την Ανάσταση ψυχής μέσα από την τέχνη. Η αλλαγή σήμαινε την παύση των θεατρικών παραστάσεων, των κινηματογραφικών προβολών, την αναστολή της λειτουργίας των μουσείων και τη σίγαση κάθε μορφής μουσικών συναυλιών και ορχηστρικών εκδηλώσεων. Αν η τέχνη οδηγεί στην πλατωνική κάθαρση, η Ανάσταση μέσα από τα καλλιτεχνικά επιτεύγματα της ανθρωπότητας ήταν μη δόκιμη. Για πρώτη φορά η αλλαγή αυτή μας καλούσε να αναζητήσουμε τον πολιτισμό με κάθε τρόπο όχι ως μια κοινωνική ανάγκη αυτοπροβολής αλλά ως μια ευκαιρία να εμβαθύνουμε στο εσωτερικό μας κόσμο και να αναζητήσουμε την πεμπτουσία της ίδιας μας της ύπαρξης. Ακόμη κι αν δεν ήρθε η Ανάσταση μέσα από την τέχνη δημιουργήσαμε διόδους διοχέτευσης ατομικής και συλλογικής καλλιτεχνικής δραστηριότητας αφού οι άνθρωποι του πολιτισμού μας βομβάρδισαν με ψηφιακές και διαδικτυακές παραγωγές ώστε να επωφεληθούμε από αυτήν την αλλαγή.
Αν θεωρήσουμε ότι η Ανάσταση καθυστέρησε, ή μας ήρθε ετεροχρονισμένα, θα πρέπει επίσης να θεωρήσουμε ότι η ίδια η ζωή στις διάφορες εκφάνσεις της υφίσταται μια αργοπορία. Αυτό ίσως και να είναι το αποτέλεσμα της επιδερμικής αντιμετώπισης της ζωής αφού στην πραγματικότητα καθυστερούμε να αισθανθούμε άνθρωποι. Αναβάλλουμε το καλό, μεταθέτουμε το ωραίο για το μέλλον χωρίς να γνωρίσουμε την αξία του παρόντος, την ίδια στιγμή που η κοινωνία μας προκαλεί να ζήσουμε προβλέποντας το άγνωστο. Μεταθέσαμε την ψυχαγωγία, τις διακοπές, την εργασία μας με σκοπό να ζήσουμε αυτό που χάσαμε. Την ύστερη ώρα θα προσπαθήσουμε να αναπληρώσουμε το χαμένο χρόνο βιώνοντας αυτήν την αλλαγή που κάποιοι θα την πουν καθυστέρηση αλλά κάποιοι άλλοι θα την ονοματίσουν Ανάσταση.
Το ετεροχρονισμένο μήνυμα της Ανάστασης παραμένει το ίδιο. Η αξία της ζωής είναι το σημαντικότερο δώρο του Θεού αλλά και της Φύσης προς τον άνθρωπο. Η κατανόηση της ανεκτίμητης αξίας της ύπαρξης αποτελεί και το δρόμο που θα χρειαστεί να ακολουθήσουμε για να ξεπεράσουμε οποιαδήποτε υγειονομική, κοινωνική και πολιτιστική κρίση. Για αυτό τα λόγια του Νίκου Καζαντζάκη παραμένουν επίκαιρα και μας καλούν με αισιοδοξία «μια αστραπή η ζωή μας… μα προλαβαίνουμε».